Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2010

Ποθούγεννα

Το dvd άρχισε να γρυλίζει-έκανε έναν ανησυχητικά γνώριμο θόρυβο, που της υπενθύμιζε ότι το παράκανε πάλι. Τime out βρε λυσσάρα, time out. Το' κλεισε νευριασμένη και κατέφυγε σε έτερη συσκευή. Ιδού κυρίες και κύριοι η επαλήθευση της έρευνας σχετικά με το μεγάλο ενεργειακό αποτύπωμα των εργένηδων- όταν σε ροκανίζει η μοναξιά, πάλι, τα προβλήματα, πάλι, καταφεύγεις στον υλικό πολιτισμό για να βρεις έναν καλοστεκούμενο εγωϊσμό.
Εν προκειμένω, ντιβιντιάδα μεχρι τελικής πτωσεως. Δεν ήταν η Μιρέλλα, ήταν ο Ρομάν με τον καθολικό καρκίνο και το περίεργο μείγμα φόβου, σκληρότητας και διάθεσης προσφοράς. 'Ηταν η Στέλλα, στιλάτη , πανέξυπνη και πανωραία που θωπεύει τα χρηματοκιβώτια κι αυτά της παραδίνονται μεσα σε 4 λεπτά ακριβώς. 'Ηταν ο Σαμ, που εχει αρχίσει ν' ασφυκτιά ολομόναχος σ'ενα σεληνιακό σταθμό, παρέα με τον Γκερτυ 3000, κι ανακαλύπτει την επαύριο ενός δυστυχήματος, πως ζει δανεική ζωή, με δανεικες αναμνήσεις, όντας ο κλώνος του εαυτου του.

Το σώμα της αρνιόταν την περιττή τροφή εδω και βδομάδες. Αυτή, που ανησυχούσε μήπως η σοκολάτα παρει το σχήμα του σώματός της, είχε χάσει 2 κιλά, φαινόταν πιο αδύνατη απο ποτέ. Πονούσε. Της έλειπε αφόρητα. Ειχε άδεια μιάς βδομάδας κι αυτές τις μερες που της ανήκαν, είχε αφηνιάσει. Εβλεπε ταινιες στο dvd, σαν μανιακή. Οποια παλιάς ή νέας εσοδείας της είχε ξεφύγει, τώρα της άλλαζε τα φώτα. Σιγά-σιγά τα κενά στο σινέ παζλ ξαναγέμιζαν, αυτό που δεν γέμιζε ήταν το μεσα της. Συχνά τέλειωνε 3 τη νύχτα ο μαραθώνιος προβολών. 'Εσβηνε τη συσκευή, σωριαζόταν με ό,τι φορούσε εκεινη τη στιγμή στο κρεβάτι και ξυπνούσε στις 11 το πρωί, πονώντας σ' ολο της το κορμί απ΄την πολύωρη καθήλωση μπροστά στο σινεμά μισής μερίδας. Δεν την ένοιαζε - ειχε τοσες ταινίες ακόμη να δει, τόσα να διαβάσει, και δύο κολλητές να βλέπουν μέσα απ΄τις χαραμάδες της πολυπραγμοσύνης, αυτο που ήταν πραγματικά- μία ηλίθια που κέρδισε σ' εναν διαγωνισμό διηγήματος, και ο μοναδικός άνθρωπος που πέθαινε να το μοιραστει μαζί του, ήταν απών.
Κοίταξε το εξώφυλλο το βιβλίου για πολλοστή φορά. Ξαναδιάβασε σα να ήταν άλλη, το διήγημά της, και την έπιασε το σύνδρομο του αγοραφοβικού. 'Η μήπως του πλεγματικού; Μήπως ήταν άλλη Πικραμένου αυτή που ανέφερε το εξώφυλλο; Ο εαυτός της, κάθισε απέναντί της και ετοιμάστηκε να της αστράψει σφαλιάρα: "εχει κι αλλη γράψει ακριβώς την ίδια ιστορία ρε βούρλο; Αφόυ εσύ εχεις το χειρογραφο. Ούτε την επιτυχία δεν εκτιμάς πιά! "
Χάϊδεψε τα γράμματα του τίτλου αφηρημένα, και θυμηθηκε την τελευταία φορά που ιδωθήκαν και χάιδευε τα θεϊκά δάχτυλά του. Κοίταξε το τηλέφωνό της, έψαξε να βρει τον αριθμό του και μόλις σκουντούφλησε πάνω του, παρέλυσε.
"Μη μου τηλεφωνήσεις σε ικετευω! Θα σε πάρω εγώ. Αν το κάνεις θα μας βγει σε κακό, στο λέω. Μην το κάνεις." Η παρακλησή του, ντυμένη με μια ανίκητη βραχνάδα, ειχε βρει απάντηση: "τοτε γιατι μου το' δωσες ρε γαμωτο; Δοκιμάζεις διαβητικό με κρίση υπογλυκαιμίας, βαζοντας κατω απ΄τη μυτη του παγωτό; Λέγεεεεε! ", του είχε αρπαξει τα χέρια , και του μιλούσε με οργισμένο ψίθυρο. Πριν προλάβει να τον αγκαλιάσει, μπήκε φουριόζος στο γραφείο[ γραφειο ήταν αυτο, ή στρατόπεδο συγκεντρωσης pc και κουτσομπολιού;] ένας συνάδελφός του. Τον ήθελε για κάτι επείγον του είπε. Φυσικά- τα συναισθήματα να περιμένουν το διάλλειμα.
Μετά από ένα βιαστικό φιλί είχε φύγει απο κει μέσα σαν δαρμένη .Και τώρα, μετά από τόσες βδομάδες, ένιωθε ακριβώς το ίδιο. Αυτος ο τρισκατάρατος σταθμός, έπαιζε για πολλοστη φορά το Here without you. Θυμήθηκε να σιχτιρίσει το φίλο της που έφτιαξε το playlist.

Εσύ, αγαπητέ αναγνώστη, πες με το χερι στην καρδιά , πόσο μπορουμε να υποκρινόμαστε τους υπεραπασχολημένους, δημιουργικούς γητευτες της μοίρας μας; Οσοι εχουν την συνήθεια να συνομιλουν με τον εαυτό τους, ξερουν πολύ καλά με ποιο πρόσωπο θα κοιμηθουν και με ποιο θα ξυπνήσουν. Η Μιρέλλα το ήξερε- σπανίως έχανε τον εαυτό της απ΄τα μάτια της. Ξανακοίταξε τη φωτογραφία που του είχε βγάλει με το κινητο πριν 2 μήνες. Βούρκωσε καθώς ένα ανύπαρκτο χεράκι είχε χωθεί στην οθόνη και του πείραζε το τσουλούφι. Τα μαλλιά στη βαση του σβερκου του, το μικρό προγουλάκι που νόμιζε, ο βλαμμένος, οτι δε φαίνεται αλλα αυτό αποτυπώθηκε.
"Μωρό μου όμορφο, όμορφο."
Το dvd δεν μίλησε φυσικά όλη αυτη τη ώρα. Σε καποιον αλλο χωρόχρονο, όπου τα αντικείμενα θα μας συναγωνίζονταν σε νοημοσυνη ίσως της έλεγε: " δες και πραξε αναλόγως. Μυαλό εχεις, το θαρρος παρτο απ΄αυτους τους ταλαίπωρους που σου δείχνω τοσες ώρες".
Του έγραψε ένα βιαστικο μήνυμα: "σε 1 ώρα θα' μαι στο σταθμό του Θησείου. Σταματα τις μαλακίες και έλα. Πρέπει να συζητησουμε γαμωτο σου. Αν εννοεις οσα μου λες, ελα. Θα' χεις μαι ζωη μετα για να μετανιώσεις βρε γλυκό μου..." Το ενα της ματι και χέρι έλεγχε την αποστολή, το άλλο έψαχνε τι να φορέσει. Ενιωθε να ξυπναει ο δαίμονας μεσα της. Διαλεξε το στενο βελουτε παντελόνι της. Ας βασανίζουμε λιγο τον αυτοκρατορα Χάρη, να δει τι χάνει. Ας τον ζεματισουμε λίγο. Τόσο που τον αγαπούσε, ήταν ικανή για σχεδόν τα πάντα.
Ξανακοίταξε το κινητό της, καμία απάντηση. Τι κάνει ο ψύχραιμα σκεπτόμενος άνθρωπος; Ο ψύχραιμα σκεπτόμενος άνθρωπος, δεν χαράσσει πορεία αναρρίχησης όταν οι πληροφορίες για τις καιρικές συνθηκες είναι ελλειπείς. Καθεται στ' αυγα του ξανατσεκάρει.
'Ηταν η Μιρέλλα ψύχραιμη; Αυτή ήδη, πριν κλειδώσει την εξώπορτα, είχε διακτινιστεί στην αποβάθρα του σταθμού και καθόταν ανυπόμονη κρατώντας σφιχτά το βιβλίο. Τίποτ' αλλο δεν είχε σημασία, όσο το να μοιραστεί με τη λατρεια της το κατόρθωμα.
Καθόταν σ' εναν απ΄τους μεταλλικούς παγκους ,και κρύωνε. Κι ας ήταν κουκουλωμένη. Σηκώθηκε κι αρχισε να βηματίζει περα-δώθε. Ευχόταν να επαληθευτεί, για μία γαμημένη φορά, όποια λογοτεχνικη ή κινηματογραφικη ατακα είχε λατρεψει .Οποια ευνοϊκη σεκάνς την είχε κανει να ευγνωμονήσει τη ζωή, ευχοταν να βγει αληθινη απόψε. να της κανουν το χατηρι οι νεράϊδες και να της τον φερουν μπροστά της. Τώρα. Κοιταξε το ρολόι της, κοίταξε γύρω της. Εκτός από δύο μικρά που δεν είχαν βαλει γλώσσα μεσα απ΄την ώρα που καθισαν, κι εναν τύπο που έβηχε σαν φυματικος λίγο πιό πέρα, ουδείς άλλος είχε αποφασίσει να κανει θεραπεία σύσφιξης δέρματος στον κατεψυγμένο σταθμό του Θησείου. Για τις 8.30 του είχε πει, ήταν ήδη 9 παρά, κι άρχισαν να τη ζώνουν τα φίδια. Τα άλλα, τα ύπουλα, όχι εκεινα με το νευρικο κεφαλι: "που στο διάολο είναι παλι;μια φορά να έρθω και να με περιμενει αυτος! "
Ηταν ηλίθια έτσι; Ποιός ξερει σε τι κατάσταση ειχε διαβάσει ο άλλος το μήνυμα, θα θυμήθηκε το μουλαρι που έχει τ' όνομά του, και θα' παιρνε ο διάολος κι αυτήν και την παρόρμησή της.
Η μεγαλύτερη πληγή των ανθρώπων ειναι η φαντασία τους.
Χαμήλωσε το κεφαλι της και κοίταζε σαν χαμενη το εξώφυλλο, τα χερια της, το τίποτα. Η Μιρέλλα Πικραμένου, ήταν μία εκ των 12 φερέλπιδων, που πρόσφεραν τον συγγραφικό τους οβολό στον διαγωνισμο διηγήματος της athens voice με τίτλο: Zoo Hotel. Τα τετράποδα, πτηνα και έρποντα ήταν οι πρωταγωνιστές. Που να' ξεραν οι υπολοιποι πόσο χαλια ένιωθε η κυρια συγγραφέας εκεινη την ώρα, και πως ούτε ο δεκάψυχος γάτος που γέννησε η κεφάλα της η ξερή , ούτε ολοκληρη η Κιβωτός του Νώε , δεν μπορούσαν να τη γιάνουν.

Είδε δύο χέρια με απίστευρα μακριά δάχτυλα να κρατάνε σφιχτά τα δικά της, και δύο καφέ μποτάκια να φιλάνε γονατιστά τις μύτες των δικών της. Δε χρειάστηκε να σηκώσει το βλεμμα της- τυφλά, σα να προσπαθούσε να κανει δρόμο σε κατασκότεινο δωματιο, είπε απο μεσα της " σ' ευχαριστώ Θεέ μου" και απ' εξω της " ζουζούνι μου" και χώθηκε στη αγκαλιά του. Ενιωθε τα χειλακια του να φιλάνε τα μαλλιά της κι ένα "ηρέμησε βρε Μιρέλλα μου, κούλαρε, κατσε μια στιγμη ρε καλό μου".
Ξανακάθισε, με το κεφαλι της να κοιτάζει τα παπούτσια του, συνεχίζοντας να κραταει το χερι του. Εκατσε διπλα της και δεν αφησε τα χερια της.
"Εισαι καλά; Τι έκανες; Πες μου τι έκανες". Τον κοιταξε αχόρταγα. "Ειμαι μια χαρα. Ειμαι ο πιο ευτυχισμενος άνθρωπος του κόσμου. Για πρωτη φορα καποιος με λεφτά αναγνωρισε την πένα μου κι εγώ δεν έχω διπλα μου τον άνθρωπο που αγαπω για να του το πώ."
"Ε, τωρα τι κανεις βρε καλο μου;" σκανταλιαρικο ύφος, βραχναδα και μετά γέλιο. Εκεινη συνεχισε παραβλεποντας το χιούμορ. "Ειμαι τέλεια σου λέω- έχω φαναστικούς οργασμους, δυνατους. Αλλα όχι μαζι σου. Θα' δινα και τη ζωή μου για να εχω αυτους τους απιθανους οργασμους μαζι σου λατρεια μου, όχι με τη Μιρέλλα." Μιλαγε με σπασμενη, λαχανιασμενη φωνη και την ακουγε σιωπηλος και πανεμορφος.
Πως κατάφερε και δεν ούρλιαξε τα λογια της, ήταν απορίας άξιο , δεδομενης της συσωρευμενης λαχταρας της.
"Μιρέλλα μου... εγώ... σε παρακαλώ..." Παντα καταφερνε(;) να την καλμάρει μ'αυτή τη βραχνά παρακλητικη φωνή. Αντρες. Ανέκαθεν πίστευε ότι όλη η φιλολογία περι γυναικείων καπριτσιων και ναζιών, ήταν στην ουσία ψυχολογική προβολή ανδρικών ιδιοτήτων πάνω στα θηλυκά...
Καθόντουσαν ακόμη δίπλα -δίπλα, με τα χέρια τους πλεγμενα και τις καρδιες τους να συναγωνίζονται πια θα σπασει πιο γρήγορα.
Ακούγεται το σφυριχτο ποδοβολητο του συρμού. Σηκώνεται, τον αγκαλιάζει και του λεει ψιθυριστά στ'αυτι " σ' αγαπαω μωρο μου, μπορεις να θυμασαι πόσο , σε παρακαλώ;"

Ο αναγνωστης ,ίσως θυμηθει οικεία καλά από αναλογες σκηνες επανασυνδέσεων, παθιασμενων συνευρεύσεων και λοιπών ψυχοτρόπων περιστατικών. Ενα είναι βέβαιο πάντως. Πως εκεινο το βραδυ της 20ης Δεκεμβριου, παραμονες Χριστουγέννων με ψοφόκρυο, ο σταθμός του Θησείου κατέγραψε στα μαρμαρα και τα μεταλλικά του στοιχεία, αναφιλητά, φιλιά και απόγνωση.
Ποία ήταν η έκβαση τηης συνάντησης των δύο μοιραίων, ουδείς γνωριζει. Μάλιστα ο Χάρης, μεσα στην αναμπουμπούλα των συναισθηματων, ξεχασε το αντίτυπο του βιβλίου που του χαρισε η Μιρέλλα, πάνω στο παγκάκι. Γιαυτό έχετε το νου σας- αν δείτε ένα βιβλιο λεπτού σχετικά σχήματος, με μιά τραπεζαρία στο εξώφυλλο και με συνδαιτημόνες γατιά, καμηλοπαρδαλεις, γαλοπούλες και σκυλους, να ξερετε πως αυτό είναι.
'Οποιος το βρει, παρακαλώ να επικοινωνήσει μαζι μου. Ειναι πάρα πολύ σημαντικό για μένα ξερετε. Αν αγαπήσατε ποτέ σας, θα καταλάβετε. θα βεβαιωθείτε πως ειναι αυτο, κι απ΄την αφιερωση που υπαρχει στη σελίδα του τίτλου :
".... if I lay her, if I just lay here,
whould you lie with me, and just forget the world?
M. "

auburn kate

( Ζωή ειναι αυτό που περναει όταν εμείς περιμένουμε, JOHN EVERETT MILLAIS- Waiting )