Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2009

Αυτοεξυπηρέτηση

'Εγειρε πίσω το κεφάλι, έβαλε τα χέρια ν'αγκαλιάσουν το ένα το άλλο, και είπε ψιθυριστά, σα να φοβόταν μην την ακούσει. Ποιός αλήθεια; Κοίταζε το ταβάνι με βλέμμα όλο παρακλητική προσμονή, σα να πίστευε πως θα εμφανιζόταν εκείνη τη στιγμη μπροστά της να επιβάλει το αντίτιμο. Επειδή αυτό που ζητούσε είχε σίγουρα ένα ακριβό αντίτιμο. Μιά ζωή. Τη δική της.
"Θέλω να φέρεις πίσω αυτόν που μου στερείς, να κάνεις τη διαθεσή του μιά αστραφτερή παλιά διάθεση. Να μου ξαναδώσεις την ευτυχία που μου' δινες απλόχερα τόσο καιρό. Κι εγώ θα σου δώσω τη ζωή μου. Δέχομαι να μου κόψεις το νήμα, ενώ θα ζεσταίνομαι μέσα στην κουβέρτα της αγάπης".
Υπολόγιζε τ' αντεπιχειρήματα. Την ώρα που έκανε την πρότασή της, σκεφτόταν πως ναι, ήταν δίκαιη η ανταλλαγή. Κάτι που είναι ακριβοθώρητο, στραβώνεται μιά φορά και το αιχμαλωτίζεις, για να στραβωθεί και δεύτερη, δεν αντέχει. Εκτός αν του δώσεις τα δικά σου μάτια. Η ευτυχία όπως ακριβώς την ήθελε, χέρι με χέρι με τη ζωή της.
Μόνο έναν όρο έθεσε: να γίνει ακαριαία το μοιραίο. Να μην κωλυσιεργήσει με οδυνηρές λεπτομέρειες. Σα να περπατούσε και ανεξήγητα θα έπεφτε στη γη. Χορτάτη θα ήταν, ας χώνευε με την ησυχία της ε;
Ξανακοίταξε ψηλά , πιό σίγουρη. Και πως να μην ήταν αφού παζάρευε με το άφαντο;
"Μόλις νιώσω αληθινά καλά, και μόνο εγω θα ξέρω πότε είναι το τότε, θα με στείλεις στο σκότος".
Φοβόταν μήπως αν το πεί και τρίτη φορά, εμφανιστεί οργισμένος ο αντισυμβαλλόμενος και της βγούν ξινές οι επικλήσεις.
Σταμάτησε. 'Ενιωθε ένα περίεργο βάρος τώρα. Προκαλούσε την ατυχία της; Τώρα ποιόν θα κατηγορούσε για το χαμό της; Τα' θελε και θα τα πάθαινε.

Πέρασαν κάμποσα χρόνια απ΄ τη μέρα που τόλμησε να προτείνει συναλλαγή. Περπατάει με τις αισθήσεις σ' επιφυλακή, ν' αρπάξει το δώρο που ζήτησε. Τρέμοντας τη συμφωνία. Δε φοβάται μήπως την πάρει ο 'Αλλος μαζί του. Την παραμονή της στη ζωή φοβαται. Την α θέτηση της συμφωνίας.
'Αντε να εξηγεί τώρα στην αγάπη της, γιατί ποτέ δεν αφήνεται σ' αυτήν χωρίς δεύτερες σκέψεις, στρογγυλοκαθισμένες στο μυαλό της να της κόβουν τη θεά.

auburn Kate

( συν Αθηνά και χείρα κίνει..., ANTHONY FREDERICK SANDYS- Medea )