Δευτέρα 5 Μαΐου 2008

Στο ύψος μου;

Την πρωτοείδα μία βδομάδα πριν. 'Εκοβε βόλτες στη βεράντα της, γινόταν ευέξαπτη με τα διερχόμενα αυτοκίνητα. Ξελαιμιάστηκα προσπαθώντας να τη δω ολόκληρη. Τελικά τα κατάφερα- συναντηθηκαμε στα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας, ταράχτηκα μόλις την αντίκρυσα. Μου φαίνεται κι αυτή κάτι έπαθε. 'Ηρθε κοντά μου προς στιγμήν αλλά ο δικος της την τράβηξε βιαστικός. Είμαι τρελός γιαυτήν. Κάθε πρωί ξυπνάω τη δικιά μου πηγαίνοντάς της το λουρί μου, ελπίζοντας πως θα συγκινηθεί και θα βγούμε κι εμείς για κατούρημα.
'Εχω παρατηρήσει πως μόλις αρχίσει το κελάιδισμα στο δέντρο απέναντι απ΄την πολυκατοικία μας, μία εξώπορτα βροντάει στον κάτω όροφο, κι ακούγεται πάντα η ίδια φωνή:
" ήρεμα, ήρεμα σου λέω! θα με σκοτώσεις ρε παιδί μου! "

Αχ! τρελαίνομαι για ορμητικά θηλυκά. Τρέμω σύγκορμος- δεν ξερω πως με βλέπει, αλλά εγώ νιώθω γίγαντας. Η δικιά μου πολλές φορές τα βράδια, με σηκώνει στα δύο πόδια και αρχιζουμε τους χορούς. " 'Αντράκλά μου εσύ" μου φωνάζει και λύνεται στα γέλια. Εγώ ντρέπομαι και λουφάζω κάτω απ΄το μεγάλο τραπέζι. Κλείνω τα μάτια κι ονειρεύομαι. 'Οπως τώρα. Σήμερα είχαμε την πρώτη μας στενότατη επαφή. Μόλις κοιταχτήκαμε , αρχίσαμε τις αναγνωριστικες κινήσεις και ένιωσα έναν όγκο ν'απλώνεται ανάμεσα στα σκέλια μου. Μου' χε στηθεί μπρούμυτα πάνω στα πλακάκια της βεράντας , έτοιμη για όλα. Η δικιά μου ήταν μέσα, συζητούσε με τ'αφεντικο της για κάτι λογιστικά. Οπότε βρηκα ευκαιρία και της χύμηξα. Αδύνατον να την καβαλήσω- πήδαγα, ξαναπήδαγα, εκείνη γρύλλιζε, ειχαμε γίνει κι οι δύο μούσκεμα αλλά τίποτα. Είμαι φουρκισμένος, τη θέλω σαν τρελός. 'Εχω διαλύσει όλα τα ρουχα της δικιάς μου- απηύδησε.
Με πήγε σ' έναν τύπο λευκοντυμένο με απαλά χέρια , που συνέχεια με χάιδευε στο κεφάλι και έλεγε : " ωραία, ολα μιά χαρά είναι αλλά έχει έρθει ο καιρός του κυρία μου, γιαυτο έχει λυσσάξει έτσι. Χρειάζεται εκτόνωση. Δεν του αγοράζετε καμιά κούκλα; "
" Κούκλα;!!! Εννοείτε λούτρινο; Μα αυτός έχει τρέλα με τη σκύλα του κάτω ορόφου γιατρέ μου, τί να τον κάνω;"
.............

Είμαι ευτυχισμενος, δεν είμαι πιά μόνος. Μιά χνουδωτή μπαλίτσα κοιμάται μαζί μου. Την έχω κάνει ντέφι. Ούτε μου γαυγίζει, ούτε προσπαθεί να με δαγκώσει. Την έχω πάντα μαζί μου. Την τραβολογάω ακόμη και στη βόλτα. 'Οποτε θέλω, βουρ στον πατσά.
Αλλά εδώ και μέρες, κάτι άλλαξε. Δεν την ξέρω αυτη την περίεργη που μου μοστράρισε η δικιά μου. Εμένα η σκυλίτσα μου μύριζε από μένα, την ήξερα όπως τ'αχαμνά μου και ξαφνικά την κατάπιε το τέρας που πίνει νερό και φτύνει μπουρμπουλήθρες. Τούτη δω είναι άλλη- μυρίζει κάτι άγνωστο και δηλητηριώδες, κι ας έχει φρουτένια ευωδια πάνω , πάνω... Δε μ' αρέσει. Σημασία δεν της δίνω. Αν μου τη βαρέσει που κάθεται και με κοιτάζει ασάλευτη με μάτια κάρβουνα, τη σέρνω απ΄το αυτί της χωρίς πολλά πολλά. Τη φοβάμαι λιγο. Τις νύχτες φεύγω απ΄το καλάθι μου και ψάχνω τα ρούχα της δικιάς μου. Η' προσπαθώ ν'ανέβω στο κρεβάτι της αλλά θυμάμαι τις αποτυχημένες προσπαθειες να καβαλήσω τη μελαψή μου σουλτάνα και γίνομαι ένα ξάγρυπνο ράκος. Αυτή θέλω , όχι λούτρινες αηδίες.
Τώρα κιόλας , θα πείσω τη δικιά μου να επισκεφτούμε το λογιστή. 'Ακουσα γάβγισμα πριν, άρα η αγάπη μου είναι κάτω. Λες να' χει κι αυτή ανησυχίες σαν εμένα; Λες να με σκέφτεται; Ααααχ, όλοι οι ερωτευμένοι στην ίδια κολαση είμαστε συγκάτοικοι.
Πρέπει να ξανατολμήσω σήμερα. Ενώ η δικιά μου θα μιλάει με τον ξερακιανό αριθμολάγνο, εγώ θα εισβάλλω στον Παράδεισο... ελπίζω δηλαδή.

Με λένε Εκτορα. Είμαι ένα τσιουάουα ερωτοχτυπημένο με το λυκόσκυλο του δεύτερου ορόφου. Μήπως σας βρίσκεται κανένας βατήρας;

auburn Kate

( άλλες εποχές, άλλες ορμές; JACOPO PONTORMO- Lady in a Red Dress )